Αυτό είναι το ποδόσφαιρο: μια ιστορία δημοκρατίας και απάτης ταυτόχρονα...

Η δημοκρατία του ποδοσφαίρου είναι το Α και το Ω της δημοφιλίας του. Το ποδόσφαιρο είναι το συνώνυμο της αίσθησης (ή της ψευδαίσθησης) της Δημοκρατίας. «Όλοι μπορούν να παίξουν μπάλα»! Αυτό είναι το ποδοσφαιρικό θεώρημα – φενάκη που συντηρεί το αέναο της αυταπάτης γύρω από το ποδόσφαιρο.
γράφει ο Νίκος Μπογιόπουλος
Εντούτοις, είναι το δημοκρατικότερο των αθλημάτων, αφού μπορούν να παίξουν οι πάντες. Οι κοντοί, όπως ο Δομάζος, και οι ψηλοί, όπως ο Αντωνιάδης. Οι χοντροί, όπως ο Πούσκας, και οι δαντελένιοι, όπως ο Βαν Μπάστεν. Οι ασθενικοί(περιγράφουν το Γκαρίντζα σαν «υπόλειμμα πολυομελίτιδας») και οι λιγότερο υγιείς (μέχρι και ο Πελέ έπασχε από…πλατυποδία!).
Στο ποδόσφαιρο αναπαράγεται κάθε τόσο ο μύθος του Δαυίδ με το Γολιάθ. Μόνο που εδώ υπάρχουν αποδείξεις! «Ο τρόπος με τον οποίο οι μικρόσωμοι άντρες μπορούν να καταστρέψουν τους μεγαλόσωμους» (Νικ Χόρνμπι) διδάσκεται σχεδόν κάθε Κυριακή και είναι ένα θαύμα που δε θα το δεις σε καμιά εκκλησία!
Το ποδόσφαιρο είναι τόσο δημοκρατικό άθλημα που «επιτρέπει» να μιλούν για λογαριασμό του οι πάντες, μέχρι κι αυτοί που δεν ξέρουν αν η μπάλα είναι στρογγυλή ή τετράγωνη.
Το ποδόσφαιρο είναι τόσο δημοκρατικό «βασίλειο» που έχει καταργήσει το «κληρονομικό δίκαιο». Ούτε ο «αυτοκράτορας» Μπέκενμπάουερ, ούτε ο «βασιλιάς» Πελέ, ούτε ο «Θεός» Μαραντόνα, κανένας τους και ποτέ δε μεταβίβασε κάτι από το ποδοσφαιρικό του «βασίλειο» στα παιδιά του. Το ποδόσφαιρο είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος όπου αποδεικνύεται ότι η ιδιοφυία δεν κληρονομείται!
Η Δημοκρατία του ποδοσφαίρου αποθεώνεται και από το γεγονός ότι συστατικό στοιχείο του – περισσότερο από κάθε άλλο άθλημα – είναι το ανθρώπινο λάθος. Καμιά μηχανιστική μεταφορά του μέσα στο γήπεδο, καμιά προπόνηση, κανένα σχέδιο, καμιά εντολή προπονητή δεν μπορεί να απαλλάξει το ποδόσφαιρο από την ανθρώπινη φύση του: το λάθος!
Το ποδόσφαιρο είναι το παιχνίδι των αυτογκόλ. Είναι ένα παιχνίδι λαθών, που ο αντίπαλος πάντα θα προσπαθεί να τα εκμεταλλεύεται.
Η μπάλα, το παιχνίδι, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτούς που το βλέπουν. Το ποδόσφαιρο ανήκει στη μοναδική κατηγορία των αθλημάτων που η εξέδρα κατάφερε να διαμορφώσει όρους και κανόνες στο παιχνίδι. Το γύρισμα της μπάλας στην αγκαλιά του τερματοφύλακα, αυτή η πράξη δειλίας τελικά καταργήθηκε διά νόμου. Το βάρος των αποδοκιμασιών της κερκίδας υπήρξε ασήκωτο. Ο τερματοφύλακας δε θα ξαναμπλοκάρει την μπάλα από γύρισμα συμπαίκτη του!
Το ποδόσφαιρο είναι ίσως το μοναδικό άθλημα που η εξέδρα απέβαλε διαιτητή, επειδή έδειξε κόκκινη κάρτα σε παίκτη. Ο παίκτης ξαναμπήκε στο γήπεδο και ο αγώνας συνεχίστηκε με άλλο διαιτητή. Συνέβη στην Κολομβία. Ο ποδοσφαιριστής ήταν ο Πελέ…
Σε μια μελέτη για τα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα της Αγγλίας από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και τη δεκαετία του ’70, προκύπτει ότι «οι ομάδες που παίζουν στην έδρα τους έχουν δυόμισι φορές περισσότερες πιθανότητες να νικήσουν από όσες πιθανότητες έχουν αν παίξουν εκτός έδρας». Τελικά η φράση για τον οπαδό – 12ο παίκτη της ομάδας μοιάζει να είναι κάτι παραπάνω από κλισέ.
Στο ποδόσφαιρο η εξέδρα είναι ο τελικός κριτής όλων όσων διαδραματίζονται στο χόρτο. Ενίοτε συμβαίνει το απίστευτο, όπως συνέβη το 1964. Τότε που οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, απηυδισμένοι από το δούλεμα των παικτών των ομάδων τους που – όπως πίστευαν – ήταν συνεννοημένοι να λήγουν τα μεταξύ τους παιχνίδια ισόπαλα, μπήκαν στο γήπεδο της Λεωφόρου και το έκαναν «καλοκαιρινό».
Αυτή η δύναμη όσων βρίσκονται «απ’ έξω» από τη γραμμή του άουτ, κάνει το ποδόσφαιρο ένα χώρο, για να νομίζουν οι «πολλοί» ότι υπάρχουν, ότι οι αφεντάδες τους λογαριάζουν, ότι τους χρειάζονται. Και πράγματι τους χρειάζονται. Ίσως τους χρειάζονται όπως τα λιοντάρια χρειάζονταν τους μονομάχους, ίσως τους χρειάζονται όπως τα κανόνια τις σάρκες, αλλά τους χρειάζονται. Ειδάλλως «ένας αγώνας χωρίς οπαδούς είναι σα να χορεύεις χωρίς μουσική»(Γκαλεάνο).
Το γήπεδο
Εδώ είναι και ο χώρος όπου όλα (μοιάζουν να) επιτρέπονται. Οι σύγχρονοι άρχοντες προσφέρουν στο πλήθος την ασπίδα της ανωνυμίας και κείνο μπορεί να κάνει την «επανάστασή του» τραγουδώντας εν χορώ στη θέα των ΜΑΤ: «Καλώς τα παιδάκια με τα ροπαλάκια».
Αλλά έως εκεί! Γιατί, όταν τα όρια απειληθούν να ξεπεραστούν, το γήπεδο παύει να είναι χώρος εκτόνωσης και συνάμα ασφαλιστική δικλείδα της εξουσίας. Μπορεί να μετατραπεί και σε χώρο εκτέλεσης. Όπως επί Πινοσέτ, στη Χιλή. Ή σε πεδίο εφαρμογής της χαφιεδοκάμερας.
Όμως, έστω κι έτσι, ό,τι τελετουργικές επινοήσεις κι αν έχουν εφευρεθεί τα τελευταία χρόνια, το ποδόσφαιρο θα είναι πάντα ταυτισμένο με την εικόνα του αρχηγού της ομάδας να παίρνει το κύπελλο από τα χέρια της βασίλισσας και αμέσως μετά να της γυρίζει τον……κώλο του, για να πανηγυρίσει μαζί με το λαό!
Το ποδόσφαιρο είναι τόσο δημοφιλές, διότι μοιάζει τόσο πολύ με τη ζωή.
Το ποδόσφαιρο είναι «κατασκευασμένο» με τα υλικά που φτιάχτηκε ο άνθρωπος. Έχει μέσα του την αυτοθυσία και τη γενναιότητα. Αλλά την ίδια ώρα συνυπάρχει με την απάτη, την κλεψιά, την ανυποληψία, με το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» (μόνο που εδώ λέγεται κάπως αλλιώς: «Η μπάλα περνάει – ο παίχτης δεν περνάει»).
Το ποδόσφαιρο είναι το άθλημα όπου η πιο λατρεμένη στιγμή μετά το γκολ, είναι η ντρίμπλα, δηλαδή η προσποίηση, δηλαδή η απάτη. Η απάτη, όντως είναι μέρος του παιχνιδιού. Αλλά προσοχή: άλλη η ηθική του παιχνιδιού και άλλη η ηθική της «αγοράς».
Στο ποδόσφαιρο, ο άνθρωπος την απάτη την «αποδέχεται» κυρίως σαν άσκηση ευφυίας, αλλά όχι σαν εύσημο για ένα έγκλημα, όχι σαν επιβράβευση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Στο ποδόσφαιρο δεν έχει σπάσει το νήμα που έρχεται να συνδέσει το γήπεδο Καραϊσκάκη με τα στάδια της αρχαίας Σπάρτης εκεί που διδασκόταν η αρχή «κλέψε αλλά μη σε δουν». Στο ποδόσφαιρο, συνεπώς, πάντα ελλοχεύει η τιμωρία του Καιάδα για τους αλαζόνες, τους κυνικούς, τους υβριστές και τους αμετροεπείς.
Στην μπάλα, όπως και στη ζωή, τα πράγματα δεν είναι ευθύγραμμα. Δεν αποδίδονται πάντα «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι». Ο Κρόιφ δεν έγινε ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής. Ούτε ο Πλατινί. Ούτε ο Ζίκο. Αντίθετα, το … «κατσίκι», ο Ιταλός Ρόσι, μπλεγμένος σε στημένα ματς και λοιπές «ευγενείς» δραστηριότητες στο ιταλικό κάλτσιο, έγινε. 

Αλλά στην απορία του Φιντέλ Κάστρο προς το Μαραντόνα «δηλαδή σουτάρεις χωρίς να κοιτάζεις την μπάλα;», το ποδόσφαιρο θα είναι πάντα ο χώρος που θα ισχύει η απάντηση του Ντιέγκο: «Σύντροφε το τι μπορεί να κάνει ο ανθρώπινος νους δεν έχει όριο».

Αυτό είναι το ποδόσφαιρο: μια ιστορία δημοκρατίας και ταυτόχρονα απάτης. Όπου, τελικά, ό,τι και να κάνουν οι πολυεθνικές του ποδοσφαίρου, η ΦΙΦΑ και η ΟΥΕΦΑ, το βασικό στοιχείο του παιχνιδιού παραμένει. Πρωταγωνιστές του παιχνιδιού είναι αυτοί που παίζουν μέσα στο γήπεδο. Είναι αυτοί που τελικά πάντα θα έχουν τη δύναμη – αν ποτέ αποφασίσουν – να πετάξουν έξω από το γήπεδο και τους πουλημένους διαιτητές και τα αφεντικά τους. Γιατί, πολύ απλά, χωρίς αυτούς τους παίκτες στο ποδόσφαιρο»(και τους λαούς στη ζωή), παιχνίδι δεν υπάρχει.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Οδηγητής»