ΠΗΤΣΑΜ: Λαμβάνω την τιμή να συστηθώ: Ιερεμίας Ιωνάθαν Πήτσαμ, της Α. Ε. Πήτσαμ Κόμπανυ.
Δουλειά της εταιρείας είναι να ξυπνά στους ανθρώπους τη λύπηση για τον άνθρωπο. Και το δηλώνω ξεκάθαρα…
Η επιχείρηση πάει κατά διαόλου. Και σας το λέω εγώ, ο Ιερεμίας Πήτσαμ, που ελέγχω τα δύο τρίτα των ζητιάνων του Λονδίνου και κάτι ξέρω από ανθρώπινο οίκτο.
Τι συγκινεί λοιπόν σήμερα τον άνθρωπο; Τίποτα...
Γιατί και το πιο μαύρο χάλι, άντε και το συνηθίσει ο άλλος, δεν του λέει τίποτε. Κανένας δεν λυπάται κανέναν.
Γίναμε αναίσθητοι και, μη σας κακοφανεί, γίναμε και γουρούνια...
Βλέπεις στη γωνία έναν ωραίο γερό άνδρα με στρατιωτικό αμπέχονο και κομμένο το δεξί του χέρι, τρομάζεις, σαστίζεις, βγάζεις και του δίνεις τρία σελίνια.
Τη δεύτερη φορά να σου πάλι ο κουλός στη γωνία του δρόμου, βγάζεις και του ακουμπάς δύο σελίνια.
Άντε και βρεθεί ο κουλός μπροστά σου για τρίτη φορά, σου τη δίνει και τον καρφώνεις στον μπασκίνα της γειτονιάς.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις ταμπέλες (πιάνει από το ράφι μια ταμπέλα και τη δείχνει στο κοινό). ΕΣΥ ΕΧΕΙΣ, ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΧΩ.
Ωραία κουβέντα, ωραία ταμπέλα, τι να την κάνεις που ξέφτισε σε δύο βδομάδες. Άλλη ταμπέλα: ΑΓΑΠΑ ΜΕ, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΣΥ.
Καλό, ε; Δύσκολο να το πιάσεις, αλλά όμορφο. Δούλεψε πάνω από δύο μήνες, αλλά πάει κι αυτό, ξέφτισε…
Τελειώνουνε κι οι όμορφες κουβέντες, τι νομίζεις; Ο κόσμος άλλαξε, θέλει καινούργια πράγματα.
Διαβαστε:Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Η όπερα της πεντάρας»
Δουλειά της εταιρείας είναι να ξυπνά στους ανθρώπους τη λύπηση για τον άνθρωπο. Και το δηλώνω ξεκάθαρα…
Η επιχείρηση πάει κατά διαόλου. Και σας το λέω εγώ, ο Ιερεμίας Πήτσαμ, που ελέγχω τα δύο τρίτα των ζητιάνων του Λονδίνου και κάτι ξέρω από ανθρώπινο οίκτο.
Τι συγκινεί λοιπόν σήμερα τον άνθρωπο; Τίποτα...
Γιατί και το πιο μαύρο χάλι, άντε και το συνηθίσει ο άλλος, δεν του λέει τίποτε. Κανένας δεν λυπάται κανέναν.
Γίναμε αναίσθητοι και, μη σας κακοφανεί, γίναμε και γουρούνια...
Βλέπεις στη γωνία έναν ωραίο γερό άνδρα με στρατιωτικό αμπέχονο και κομμένο το δεξί του χέρι, τρομάζεις, σαστίζεις, βγάζεις και του δίνεις τρία σελίνια.
Τη δεύτερη φορά να σου πάλι ο κουλός στη γωνία του δρόμου, βγάζεις και του ακουμπάς δύο σελίνια.
Άντε και βρεθεί ο κουλός μπροστά σου για τρίτη φορά, σου τη δίνει και τον καρφώνεις στον μπασκίνα της γειτονιάς.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις ταμπέλες (πιάνει από το ράφι μια ταμπέλα και τη δείχνει στο κοινό). ΕΣΥ ΕΧΕΙΣ, ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΧΩ.
Ωραία κουβέντα, ωραία ταμπέλα, τι να την κάνεις που ξέφτισε σε δύο βδομάδες. Άλλη ταμπέλα: ΑΓΑΠΑ ΜΕ, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΣΥ.
Καλό, ε; Δύσκολο να το πιάσεις, αλλά όμορφο. Δούλεψε πάνω από δύο μήνες, αλλά πάει κι αυτό, ξέφτισε…
Τελειώνουνε κι οι όμορφες κουβέντες, τι νομίζεις; Ο κόσμος άλλαξε, θέλει καινούργια πράγματα.
Διαβαστε:Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Η όπερα της πεντάρας»