Πανηγύριζε την Παρασκευή η γερμανική εφημερίδα «Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε» στους τίτλους της: «Περισσότεροι Γάλλοι άνεργοι παρά Γερμανοί - Αποκλίνουν μεταξύ τους οι αγορές εργασίας των μεγαλύτερων χωρών του ευρώ» έγραφε.
Αρθρογράφος: Γιώργος Δελαστίκ |
Από μαθηματική σκοπιά δεν έχει καθόλου άδικο.
Στις αρχές του 2005 υπήρχαν στη Γερμανία 5 εκατομμύρια άνεργοι. Την ίδια στιγμή στη Γαλλία οι άνεργοι ήταν σχεδόν οι μισοί - 2,7 εκατομμύρια για την ακρίβεια. Τον Ιανουάριο του 2013 οι άνεργοι είχαν αυξηθεί στη Γαλλία κατά σχεδόν μισό εκατομμύριο άτομα και ανέρχονταν σε 3.169.000 άτομα περίπου. Αντιθέτως, στη Γερμανία οι άνεργοι είχαν μειωθεί κατά σχεδόν δύο εκατομμύρια και στα τέλη Φεβρουαρίου του 2013 βρίσκονταν στα 3.156.000 άτομα - δηλαδή οριακά λιγότεροι σε απόλυτο αριθμό από τους Γάλλους ανέργους. Οντως εντυπωσιακό. Στην πραγματικότητα στο διάστημα 2005-2012 η γερμανική οικονομία αύξησε τις θέσεις εργασίας κατά 3,4 εκατομμύρια - από τα 38 εκατομμύρια που ήταν οι Γερμανοί εργαζόμενοι το 2005 αυξήθηκαν σε 41,4 εκατομμύρια εργαζομένους φέτος τον Ιανουάριο.
Σε εντελώς αντίθετη τροχιά κινείται η Γαλλία. Θεωρείται βέβαιο ότι αυτόν τον μήνα θα ξεπεράσει τα 3.190.000 ανέργους (από τα οποία απέχει μόλις 21.000 άτομα), που είναι ο μεγαλύτερος αριθμός Γάλλων ανέργων που έχει σημειωθεί ποτέ και συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 1997. Η Γαλλία λοιπόν οδεύει προς νέο ρεκόρ ανεργίας, καθώς επί 21 συνεχείς μήνες οι άνεργοι αυξάνονται διαρκώς. Πάνω από τρία εκατομμύρια Γάλλοι άνεργοι και δεν κουνιέται φύλλο - και να σκεφθεί κανείς ότι ο Γάλλος πρόεδρος Ζορζ Πομπιντού, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, είχε πει μια φράση που πέρασε στην Ιστορία για το θέμα αυτό: «Αν ποτέ στη Γαλλία οι άνεργοι φτάσουν στο ένα εκατομμύριο, θα ξεσπάσει κοινωνική επανάσταση!». Αλλες εποχές, άλλες πολιτικές συνθήκες, άλλοι άνθρωποι...
Αξίζει πάντως να σημειώσουμε ότι και μέσα στην ίδια τη Γερμανία παρατηρούνται κραυγαλέες αντιθέσεις. Ο μέσος όρος ανεργίας στη Γερμανία είναι 7,4%. Στα κρατίδια της παλιάς Δυτικής Γερμανίας το ποσοστό αυτό είναι ακόμη χαμηλότερο και ανέρχεται στο 6,4%. Αντιθέτως, στα κρατίδια που αποτελούσαν μέχρι το 1990 το κράτος της Ανατολικής Γερμανίας, είκοσι και πλέον χρόνια μετά την ενοποίηση των δύο Γερμανιών, το ποσοστό ανεργίας είναι σχεδόν... διπλάσιο (!) καθώς βρίσκεται στο 11,5%. Το ποσοστό αυτό ήταν οριακά υψηλότερο ακόμη και από το ποσοστό ανεργίας στην Ιταλία, πόσω μάλλον στη Γαλλία - και φυσικά πολύ υψηλότερο από εκείνα στις ΗΠΑ ή στη Βρετανία που κυμαίνονται ελαφρά κάτω από το 8%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την τελευταία εξαετία η ανεργία έχει αυξηθεί σε όλες ανεξαιρέτως τις βιομηχανικές χώρες (ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία, Ολλανδία κ.λπ.) με μία και μοναδική εξαίρεση - τη Γερμανία! Το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί επίσης από το 2006 μέχρι το 2012 σε όλες τις βιομηχανικές χώρες ως ποσοστό του ΑΕΠ - αλλά με πολύ διαφορετικούς ρυθμούς. Πάνω από 40 εκατοστιαίες μονάδες στις ΗΠΑ, πάνω από 50 εκατοστιαίες μονάδες στην Ιαπωνία, 50 μονάδες στη Βρετανία και στην Ισπανία, 30 στη Γαλλία και πάει λέγοντας. Αντιθέτως, στη Γερμανία το δημόσιο χρέος μόλις και μετά βίας σημείωσε αύξηση που υπερβαίνει ελαφρά τις 10 εκατοστιαίες μονάδες. Αυτό σημαίνει βεβαίως ότι η θέση του Βερολίνου οικονομικά και πολιτικά ενισχύθηκε μεσούσης της θύελλας της κρίσης.
Το 2008, πριν ξεσπάσει η κρίση και αμέσως μετά την έναρξή της, το δημόσιο χρέος των βιομηχανικών κρατών ανερχόταν κατά μέσον όρο στο 80% του ΑΕΠ τους. Στα τέλη του 2012 όμως ξεπέρασε ο μέσος όρος το 110% του ΑΕΠ των χωρών αυτών, με την Ιαπωνία επικεφαλής με 235% (!) και τη Γερμανία στην ουρά, με περίπου 80% δημόσιο χρέος σε σύγκριση με το ΑΕΠ της. Αξίζει να επισημάνουμε και κάτι άλλο, το οποίο δείχνει πολύ χαρακτηριστικά την εντελώς διαφορετική πολιτική που μπορεί να ασκήσει μια χώρα για να προσπαθήσει να βγει από την κρίση. Η Τράπεζα της Αγγλίας έχει αγοράσει ομόλογα, έντοκα γραμμάτια και λοιπά χρεόγραφα που αντιστοιχούν στο 30% του δημόσιου χρέους της Βρετανίας. Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει χρεόγραφα που αντιστοιχούν στο... 2% όλο κι όλο του δημόσιου χρέους των κρατών της Ευρωζώνης! Τα λόγια περιττεύουν.
πηγή:ΕΘΝΟΣ